Στις 29 Ιουνίου ο καταδικασμένος σε ισόβια για την υπόθεση «Noor 1» Μ. Γιαννουσάκης κατέθεσε αίτηση εξαίρεσης της προϊσταμένης της Εισαγγελίας Πειραιά Ειρήνης Τζίβα από τα καθήκοντά της σε σχέση με τη δικογραφία ΑΒΜ Μ 17/2037, η οποία αφορά την προκαταρκτική εξέταση για οικονομικά αδικήματα (λαθρεμπορία, ξέπλυμα μαύρου χρήματος). Ως σκεπτικό για την εξαίρεση επικαλέστηκε τη μηνυτήρια αναφορά που έχει καταθέσει εναντίον της κυρίας Τζίβα και του λιμενικού Παναγιώτη Χριστοφορίδη, στις 6 Απριλίου 2017, στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, με την οποία τους κατηγορούσε για άσκηση πίεσης για την υπόθεση «Noor 1», ώστε να καταθέσει κατά του εφοπλιστή Βαγγέλη Μαρινάκη. Επικαλείται επίσης τη διαρροή της κατάθεσης που έδωσε στις 25 Ιανουαρίου 2017 και η οποία αφορούσε τις κινήσεις του λογαριασμού της ναυτιλιακής εταιρείας του. Αξίζει να σημειωθεί ότι η κατάθεση παρουσιάστηκε στις 26 Ιουνίου 2017 στην εκπομπή του ΣΚΑΪ «Η Δίκη», ενώ στα χέρια τους την είχαν μόνο η κυρία Τζίβα και ο κ. Χριστοφορίδης.
Το σκεπτικό της απόρριψης αναφέρει την κατάθεση της αίτησης στην Εισαγγελία Εφετών, αντί στην Εισαγγελία Πρωτοδικών, τη μη καταβολή παραβόλου 50 ευρώ και την έλλειψη τεκμηρίωσης των καταγγελλομένων, όπως και το γεγονός ότι για την υπόθεση αυτή δεν έχουν κληθεί μάρτυρες ως ύποπτοι, ούτε ο ίδιος ο Γιαννουσάκης (που κατέθεσε ενόρκως ως μάρτυρας).
Στη συνέχεια ο Γιαννουσάκης κατέθεσε στις 26 Ιουλίου 2017 και νέα αίτηση εξαίρεσης της κυρίας Τζίβα ̶ αυτή τη φορά στην Εισαγγελία Πρωτοδικών. Το σκεπτικό της δεύτερης αίτησης επικαλούνταν τόσο τη διαρροή της απόρρητης κατάθεσης που είχε δώσει στις 25 Ιανουαρίου 2017, το περιεχόμενο της οποίας μόνο Χριστοφορίδης και Τζίβα γνώριζαν, και τη μηνυτήρια αναφορά που είχε καταθέσει εναντίον τους στον Άρειο Πάγο στις 6 Απριλίου 2017, όσο και –ως νέο στοιχείο– το γεγονός ότι η κυρία Τζίβα κλήθηκε από τον Εισαγγελέα Εφετών Πειραιά Παναγιώτη Μπρακουμάτσο να καταθέσει ως ύποπτη τέλεσης κακουργήματος στο πλαίσιο της διερεύνησης των καταγγελιών που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα σχετικά με παρεμβάσεις στον χειρισμό της όλης υπόθεσης. Και η δεύτερη αίτηση απορρίφθηκε από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Πειραιά στις 31 Ιουλίου 2017.
Ο Μ. Γιαννουσάκης έχει καταδικαστεί σε ισόβια για την υπόθεση «Noor 1» και αναζητεί τρόπους ούτως ώστε να έχει ευνοϊκότερη μεταχείριση. Αυτό, όμως, δεν αναιρεί το δικαίωμά του, όπως και κάθε άλλου κατηγορούμενου, σε μια αμερόληπτη αντιμετώπιση από τη Δικαιοσύνη. Αντίστοιχα, οι αποκαλύψεις που έχουν γίνει και μέχρι αυτή τη στιγμή δεν έχουν διαψευστεί, με αξιωματικό του Λιμενικού να συμπεριφέρεται ως αναμεταδότης πολιτικών σχεδίων και πιέσεων, με δύο υπουργούς να ασχολούνται προσωπικά με την υπόθεση, εκ των οποίων ο ένας, ο Πάνος Καμμένος, να μιλά ο ίδιος κατ’ επανάληψη με τον ισοβίτη Γιαννουσάκη ζητώντας πιεστικά να δοθεί συγκεκριμένη κατάθεση ακόμη κι όταν ο μάρτυρας αρνείται, με την εισαγγελέα Ε. Τζίβα να σπεύδει στις φυλακές για να πάρει αυτή την κατάθεση και τον δημοσιογράφο Μάκη Τριανταφυλλόπουλο να αναλαμβάνει άτυπο ρόλο «συντονιστή», μάλλον δεν υπόσχονται διαλεύκανση της υπόθεσης. Γι’ αυτό, λοιπόν, το ποιος δικαστικός λειτουργός είναι μέσα στην υπόθεση έχει ξεχωριστή σημασία και κρίνει το αν θα μάθουμε ποτέ την αλήθεια για την υπόθεση «Noor 1».
Την ίδια στιγμή, μια πιο προσεκτική μελέτη του σκεπτικού της απόφασης με την οποία απορρίφθηκε το πρώτο αίτημα εξαίρεσης αποκαλύπτει επίσης ενδιαφέρουσες πτυχές της υπόθεσης. Σύμφωνα λοιπόν με αυτό, η δικογραφία (προκαταρκτική εξέταση) άνοιξε στις 27 Ιανουαρίου 2017 από το Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά και αφορούσε προανακριτικό υλικό σχετικά με διακίνηση μεγάλης ποσότητας ναρκωτικών στη βάση της κατάθεσης που έδωσε ο Γιαννουσάκης, η οποία αφορούσε την κίνηση λογαριασμών της ναυτιλιακής εταιρείας του στις 25 Ιανουαρίου 2017. Αυτά είναι και τα στοιχεία που είχε δεσμευτεί να δώσει ο Γιαννουσάκης στην κυρία Τζίβα, κατά την επίσκεψή της, στις 17 Ιανουαρίου 2017.
Όμως, το σκεπτικό αναφέρει ότι η κατάθεση αυτή συσχετίστηκε με έγγραφο της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου στις 17 Ιανουαρίου 2017, που κοινοποιούσε ρεπορτάζ της ιστοσελίδας του ΣΚΑΪ της ίδιας ημέρας, το οποίο κάνει λόγο για νέα δικογραφία σχετικά με την υπόθεση «Noor 1», όπου πρόεδρος ΠΑΕ εμπλέκεται σε υπόθεση ξεπλύματος και λαθρεμπορίου. Για την ακρίβεια, το συγκεκριμένο ρεπορτάζ στην ιστοσελίδα του ΣΚΑΪ, με τίτλο «Η νέα δικογραφία του Noor One: Μάρτυρας εμπλέκει πρόεδρο μεγάλης ΠΑΕ σε ξέπλυμα και λαθρεμπόριο», αφορούσε την εκπομπή «Η Δίκη στον ΣΚΑΪ» και ανέβηκε λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 16ης προς 17η Ιανουαρίου. Το ρεπορτάζ αυτό, που παραπέμπει στην εκπομπή, αναφέρεται σε «απόρρητη κατάθεση προστατευόμενου μάρτυρα», ο οποίος «μπλέκει πρόεδρο μεγάλης ΠΑΕ στη νέα δικογραφία για την πολύκροτη υπόθεση του Noor One», και σε έρευνα της Εισαγγελίας Πειραιά για «ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και λαθρεμπόριο καυσίμων», που όμως συνδέεται με τη «με τη χρηματοδότηση του φορτίου των 2,1 τόνων ηρωίνης». Αναφέρεται μάλιστα ότι ο «ο μάρτυρας θεμελιώνει την απόρρητη κατάθεσή του με τραπεζικά έγγραφα και email», ενώ τα υπόλοιπα στοιχεία δείχνουν να παραπέμπουν στη γνωστή κατάθεση του Γιαννουσάκη από τον Ιούλιο του 2015. Λέμε «δείχνουν» γιατί η συγκεκριμένη εκπομπή αποφεύγει τις επώνυμες αναφορές προτιμώντας περιγραφικές αναφορές, όπως «προστατευόμενος μάρτυρας», «πρόεδρος μεγάλης ΠΑΕ» κτλ. Αξιοσημείωτο και το γεγονός ότι στην εκπομπή της επόμενης εβδομάδας (ξημερώματα 24/1/2017) οι δημοσιογράφοι Κυριάκος Θωμαΐδης και Μαίρη Μπενέα, σχολιάζοντας όσα είχαν προβληθεί την προηγούμενη εβδομάδα, αναφέρουν ότι θα αντικατασταθεί η ανακρίτρια Αλβανού που χειρίζεται την υπόθεση των ναρκωτικών σε σχέση με το «Noor 1».
Δηλαδή, μία εβδομάδα πριν από την κατάθεση Γιαννουσάκη για την κίνηση λογαριασμών, που υποτίθεται ότι είναι η αφετηρία για τη νέα δικογραφία, ιστοσελίδα ανακοινώνει ότι ήδη υπάρχει νέα δικογραφία γι’ αυτό το ζήτημα και η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου με σπάνια σπουδή παραγγέλνει διερεύνηση του θέματος την ίδια μέρα. Προφητικό χάρισμα της ιστοσελίδας; Αυτοεκπληρούμενη προφητεία; Ή μήπως κάποιοι ανέμεναν ότι στις 17 Ιανουαρίου θα δινόταν η «σωστή» κατάθεση με βάση την κινητικότητα που υπήρξε εκείνη την ημέρα στην επικοινωνία ανάμεσα στον Καμμένο, στον Γιαννουσάκη και τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο; Και γιατί ξεκινά η διερεύνηση του θέματος από τον Ιανουάριο του 2017,αφού η αρχική κατάθεση του Γιαννουσάκη για υποτιθέμενες πρακτικές λαθρεμπορίου και ξεπλύματος είχε γίνει τον Ιούλιο του 2015;… Και γιατί να μην υπάρχει ανάλογη ταχύτητα στη διερεύνηση του ζητήματος των χρηματοδοτών; Για την ιστορία, να θυμίσουμε ότι λίγο πολύ ακριβώς όσα ακούστηκαν στη «Δίκη στον ΣΚΑΪ» τον Ιανουάριο του 2017 είχαν ακουστεί σε ανάλογες εκπομπές και τον Δεκέμβριο του 2015, όμως τότε δεν είχε υπάρξει ανάλογη σπουδή από τη μεριά των δικαστικών αρχών.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η αναφορά σε ένορκες καταθέσεις του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου που αφορούν τις συναντήσεις του με τον Γιαννουσάκη και οι οποίες έγιναν πριν από τον νέο κύκλο δημοσιευμάτων του εν λόγω δημοσιογράφου για την υπόθεση, που ξεκίνησε στις 26 Μαΐου 2017, με αναφορές σε συνομιλίες με τον Γιαννουσάκη. Προσήλθε αυτοβούλως ο δημοσιογράφος; Κλήθηκε σε κατάθεση; Και εάν ναι, γιατί και με ποια αφορμή;
Γενικότερα, πάντως, από την αλληλουχία των γεγονότων, τις συμπτώσεις, αλλά και τις εξηγήσεις που δόθηκαν αργότερα, δεν είναι δύσκολο να υποθέσει κανείς ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια συγκεκριμένη μεθόδευση, σε κάτι που, αν μη τι άλλο, θυμίζει κατά κάποιον τρόπο παραδικαστικό κύκλωμα…
Σύμφωνα με πληροφορίες, σε κάθε συνάντηση με τον Γιαννουσάκη ο Χριστοφορίδης κατέγραφε στο κινητό του με εγγραφή φωνής αυτά που θα έλεγε μετά στον Πάνο Καμμένο και τον Σταύρο Κοντονή. Πληροφορίες αναφέρουν ότι ο Γιαννουσάκης κατέθεσε αίτημα στον Εισαγγελέα Εφετών ώστε ο Χριστοφορίδης να καταθέσει τη συσκευή και τις εγγραφές προς διερεύνηση.
Η άρνηση του αρχηγού του Λιμενικού Σώματος Σταμάτη Ράπτη και του επικεφαλής της Διεύθυνσης Δίωξης Ναρκωτικών και Λαθρεμπορίου του Λιμενικού Σώματος Σπύρου Ευαγγελίδη να συναντήσουν τον δικηγόρο Αλέξη Κούγια και να ενημερώσουν για το εάν θα υπάρξει πειθαρχικός έλεγχος του αξιωματικού του Λιμενικού Παναγιώτη Χριστοφορίδη, παρότι είχαν προγραμματισμένο ραντεβού, είναι ενδεικτική μιας ορισμένης απροθυμίας να ελεγχθούν όσοι έχουν καταγγελθεί ότι συμμετείχαν στην όλη μεθόδευση.
Όλα αυτά καθιστούν ακόμη πιο αναγκαία την πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης. Και όχι μόνο στην ίδια την υπόθεση, αλλά και στη διαχείρισή της, και σε όλο τον κύκλο παρεμβάσεων πολιτικών, δημοσιογράφων, στελεχών των σωμάτων ασφαλείας και δικαστικών λειτουργών. Με γνώμονα την αλήθεια και όχι την παροχή πολιτικής προστασίας σε όσους δεν στάθηκαν στο ύψος του λειτουργήματός τους.