του Νίκου Σίμου - Εφημερίδα Παραπολιτικά
Ανησυχία για τα εξωτερικά και απογοήτευση για τα εσωτερικά είναι τα ανάμικτα συναισθήματα που εκπέμπει η Παναγή Κυριακού, όπως διαπιστώνουν στενοί συνομιλητές του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή από τις αναλύσεις που κάνει για την τρέχουσα πολιτική κατάσταση.
Το μήνυμα που εκπέμπεται από τις αναλύσεις αυτές έχει μία σύσταση ουσιαστικώς: Την ανάγκη μιας στοιχειώδους εθνικής συνεννόησης, η οποία επιβάλλεται ως επόμενο βήμα να γίνει από όλες τις πολιτικές δυνάμεις, λόγω των έκτακτων, πράγματι, συνθηκών που αντιμετωπίζει η χώρα.
Η εθνική συνεννόηση δεν αποτελεί μια απλή θεωρητική προσέγγιση της σημερινής κατάστασης της χώρας, όπως διαπιστώνεται από τις αναλύσεις του πρώην πρωθυπουργού, επισημαίνουν ορισμένοι από τους στενούς συνεργάτες του, βουλευτές και μη. Αλλά πρέπει να έχει και συγκεκριμένο περιεχόμενο, που θα δημιουργεί ένα νέο πλαίσιο λειτουργίας του κράτους και των θεσμών, ώστε να υπάρχει το αναγκαίο υπόβαθρο για «μια φυγή προς τα εμπρός».
Ειδικότερα, πρέπει να συνεννοηθούν οι σημερινές πολιτικές δυνάμεις στο περιεχόμενο της συνταγματικής αναθεώρησης, η οποία συζητείται εδώ και μία πενταετία, αλλά τίποτε δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα, διότι τα κόμματα δεν συμφωνούν στο περιεχόμενο της αναθεώρησης. Η νέα αναθεώρηση πρέπει να κατοχυρώνει την ομαλή λειτουργία της Πολιτείας, να ενισχύει πράγματι τον ρυθμιστικό ρόλο του ανωτάτου άρχοντος -χωρίς να ανατρέπει την πολιτειακή δομή της χώρας- και να είναι σε θέση να προβλέψει και, άρα, να καλύψει ανάγκες που προκύπτουν από την πρόοδο και τον εκσυγχρονισμό των κοινωνικών θεσμών.
Πρέπει να συνεννοηθούν οι σημερινές πολιτικές δυνάμεις, ώστε ως μία «εθνική ομάδα» να επαναδιαπραγματευθούν το χρέος, για το οποίο πολλή συζήτηση γίνεται και πιέσεις ασκούνται, π.χ. από αμερικανικής πλευράς, πλην όμως δεν δίδεται η εντύπωση στους δανειστές ότι ισχύει στο εσωτερικό της χώρας μία ενιαία γραμμή για το συγκεκριμένο θέμα. Αναφέρεται χαρακτηριστικά προς σύγκριση ότι τα κυπριακά κόμματα, λ.χ., σε κάθε μείζονα διαπραγμάτευση για το Κυπριακό πλαισιώνουν τον Κύπριο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ανεξαρτήτως των πολιτικών τους διαφορών, ωστε να παίρνουν μία κοινή εθνική γραμμή και να πείθουν ότι στη μείζονα κυπριακή εκκρεμότητα υπάρχει εθνική ομοψυχία.
Πρέπει να συνεννοηθούν οι πολιτικές δυνάμεις ώστε να εκπονηθεί ένα Οικονομικό Πλάνο δεκαετίας, στο οποίο θα περιγράφονται οι βασικές πολιτικές εξόδου από την κρίση και τα μέτρα που θα μπορέσουν να διευκολύνουν την ανάπτυξη και να προσελκύσουν επενδύσεις.
Σε σχέση με την ανάγκη αυτή, σήμερα έχει αντιληφθεί η κοινή γνώμη ότι κάθε κόμμα και αρχηγός έχουν τη δική τους ατζέντα και μέχρι στιγμής και από τις συζητήσεις που έχουν γίνει στη Βουλή έχει προκύψει το συμπέρασμα ότι κανενός είδους στοιχειώδης συνεννόηση δεν υπάρχει. Και μάλιστα για ένα πρόβλημα που ταλανίζει την ελληνική κοινωνία, η οποία έχει κάθε λόγο πλέον να πιστεύει ότι στην ουσία αδιαφορούν γι’ αυτήν τα κόμματα και απλώς το καθένα επιδιώκει να αντλήσει κέρδη από την αποτυχία του άλλου.
Πρέπει να συνεννοηθούν τα κόμματα ώστε η χώρα να μη βρίσκεται συνεχώς υπό συνθήκες πολιτικής αστάθειας ή αβεβαιότητος. Αυτό σημαίνει στην ουσία ότι οι πολιτικές δυνάμεις θα πρέπει να συναποφασίσουν να εξαντλείται η θητεία μιας κυβέρνησης στην προβλεπόμενη από το Σύνταγμα χρονική περίοδο και να μην έχουμε εκλογές κάθε λίγο και λιγάκι.
Πολιτικοί παρατηρητές επισημαίνουν σχετικώς με το συγκεκριμένο πρόβλημα πολιτικής σταθερότητας ότι η κατάσταση μπορεί να επιδεινωθεί, δεδομένης της αλλαγής και του εκλογικού συστήματος προς την απλούστερη αναλογική. Οταν, μάλιστα, δεν υπάρχει κρατική υποδομή τέτοια και θεσμοί που να υπηρετήσουν αποτελεσματικά την απρόσκοπτη λειτουργία της Πολιτείας, ανεξαρτήτως μιας ακυβερνησίας, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες, όπου το κράτος συνεχίζει να λειτουργεί ακόμα και όταν καθυστερεί ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης.
Κίνδυνοι για τα εθνικά συμφέροντα
Η συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων κρίνεται ακόμα περισσότερο αναγκαία στο μέτρο που οι εξωτερικές εκκρεμότητες μπορεί να πάρουν επικίνδυνες διαστάσεις, κάτι που είναι φυσικό να ανησυχεί τον Κώστα Καραμανλή, που είναι βαθύς γνώστης των θεμάτων της εξωτερικής πολιτικής. Αλλωστε, μια αποτελεσματική εξωτερική και αμυντική πολιτική, όπως παραδέχεται η διεθνής πρακτική, είναι σε συνάρτηση κυρίως με την οικονομική κατάσταση μιας χώρας.
Σε επίρρωση των ανωτέρω, διπλωματικοί κύκλοι ανέφεραν στα «Π» ότι οι εν προοπτική κίνδυνοι για τα εθνικά συμφέροντα ταυτίζονται με την επιθετική ρητορική της Τουρκίας σήμερα, παρά το γεγονός ότι ο Ερντογάν δεν απευθύνεται τόσο στην Ελλάδα, έναντι της οποίας διατυπώνει κατά καιρούς πάγιες τουρκικές θέσεις, αλλά προς τη Δύση, και κυρίως προς τον αμερικανικό παράγοντα, διότι η Αγκυρα ανησυχεί πολύ με τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, και ιδιαίτερα με την προοπτική να δημιουργηθεί στο «μαλακό της υπογάστριο» όχι απλώς ένα κουρδικό κράτος -που είναι αμερικανική πρόθεση-, αλλά δύο, με το άλλο στη Βόρεια Συρία. Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και αν θεωρηθούν μαξιμαλιστικές -κατά τη γνωστή τουρκική τακτική- οι αναφορές του Τούρκου προέδρου, δεν παύουν να ελλοχεύουν κίνδυνοι, όταν, μάλιστα, στο ελληνικό έδαφος της Θράκης εξακολουθούν να δρουν υπονομευτικά για την ελληνική κυριαρχία τουρκικοί θύλακοι, που αποσκοπούν στην αλλοίωση της ταυτότητας της περιοχής.