Μέσα σε λίγους μήνες ο ελληνικός λαός καλείται για τρίτη φορά να προσέλθει στις κάλπες μέσα σε κλίμα γενικής ψυχολογικής κόπωσης και μεγάλης απογοήτευσης. Κάθε μία από τις τρεις αυτές εκλογικές διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένου του δημοψηφίσματος, δρομολογούνται σε ριζικά διαφοροποιημένο πολιτικό, οικονομικό, δημοσιονομικό και κοινωνικό περιβάλλον. Διατρέχονται όμως από ένα κοινό στοιχείο που φέρει τη σφραγίδα του πρώην πρωθυπουργού κυρίου Τσίπρα. Είναι το στοιχείο της «βίαιης» και αχρείαστης διενέργειας τους ,είτε για την ταχύτερη εκπλήρωση των προσωπικών του φιλοδοξιών είτε για την επίλυση των προσωπικών και κομματικών του αδιεξόδων.
Αξίζει να θυμηθούμε τον τρόπο με τον οποίο εκμεταλλεύτηκε τυχοδιωκτικά τον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας και το ίδιο το Σύνταγμα που επιβάλλει τη διάλυση της Βουλής σε περίπτωση αδυναμίας εκλογής του με αυξημένη πλειοψηφία για να εκβιάσει την άνοδό του στη πρωθυπουργία.
Αξίζει επίσης να θυμηθούμε πώς όταν όλες οι μεγάλες προσωπικές επιλογές στα κρίσιμα υπουργεία και θέσεις ευθύνης απέτυχαν παταγωδώς, οδήγησαν τη χώρα στη διεθνή απομόνωση και κατέρρευσαν παταγωδώς μαζί με τις εκκεντρικές δήθεν διαπραγματευτικές πρακτικές τους, ο κ.Τσίπρας οδήγησε τη χώρα στην περιπέτεια του δημοψηφίσματος κλείνοντας τις τράπεζες. Προτίμησε να στήσει χιλιάδες Έλληνες στις ουρές της ντροπής, να θέσει εν αμφιβάλλω τους κόπους μιας ζωής των μη προνομιούχων, να οδηγήσει χιλιάδες νέους ανθρώπους στην ανεργία και να προκαλέσει το κλείσιμο ιστορικών επιχειρήσεων που είχαν αντέξει τα πάνδεινα μέχρι τώρα, παρά να τα βάλει με τους «σκληρούς» του κόμματός του. Έβαλε τα προσωπικά και κομματικά του προβλήματα πάνω απ’ τη χώρα κι αυτό το βάφτισε «περηφάνια» και «ηρωισμό».
Εν τω μεταξύ η οικονομία της χώρας ρημάχθηκε ο θετικός ρυθμός ανάπτυξης χάθηκε, η δυναμική αύξησης της απασχόλησης εκμηδενίστηκε και τα ταμειακά διαθέσιμα όλων των φορέων του δημοσίου θυσιάστηκαν στο βωμό της παράτασης μιας ήδη αποτυχημένης διαπραγμάτευσης. Τα αποτελέσματα γνωστά. Παρότι επικράτησε το ΟΧΙ , υλοποιήθηκε πανηγυρικά το ΝΑΙ. Το 3ο Μνημόνιο στοίχησε στη χώρα και τους πολίτες 14 δις ΕΥΡΩ άδικα μέτρα και 86 δις νέο τριετές δάνειο, οδηγηςε στο κλειςιμο των τραπεζών που χρειάζονται πλέον 25 δις ΕΥΡΩ για να ανακεφαλαιοποιηθούν για μια ακόμη φορά ,έφερε τρομακτική ασφυξία στην οικονομία και έριξε την ελληνική οικονομία οριστικά στην ύφεση για την επόμενη τριετία.
Τα ψέματα του κύριου Τσίπρα ειχαν τεραςτιο κόστος για τη χώρα. Σε λίγους μόνο μήνες η χώρα μας έφτασε στα πρόθυρα της άτακτης χρεωκοπίας. Τα νούμερα προκαλούν ζαλάδα αν αναλογιστεί κανείς τι σημαίνει αυτό για τη ζωή των απλών ανθρώπων για τα επόμενα χρόνια, ειδικά των νέων που δοκιμάζονται από την ανεργία.
Το δράμα της απόλυτης κυβερνητικής αποτυχίας του Σύριζα και του κ. Τσίπρα προσωπικά ολοκληρώθηκε με την ψήφιση του σκληρότερου και κοινωνικά πιο άδικου μνημονίου και τη διάσπαση που επιτάχυνε τις εκλογές μολονότι υπήρχε κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα μπορούσε να στηρίξει κυβέρνηση ευρείας πολιτικής και κοινωνικής συνεργασίας.
Αν η Ελλάδα έμεινε όρθια μέσα σε αυτή την πρωτόγνωρη για τα παγκόσμια χρονικά κατάσταση, το οφείλει κυρίως στην Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία και κυρίως στους ηγέτες της Γαλλίας και της Ιταλίας, που βάλανε πάνω απ’ όλα την Ευρώπη, το κοινό μας σπίτι και έδειξαν ενωτική διάθεση τη στιγμή που η εμπιστοσύνη είχε χαθεί και οι διαπραγματεύσεις κατέρρεαν. Οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές είναι αυτοί που κράτησαν την Ελλάδα ζωντανή εντός Ευρώ και όχι οι «έξαλλοι» σύμμαχοι του κύριου Τσίπρα, που δεν ψήφισαν καν τα προγράμματα βοήθειας προς την Ελλάδα. Κομβική για αυτή την αποφασιστική στάση των Σοσιαλιστών ήταν η παρέμβαση του ΠΑΣΟΚ και της Φώφης Γεννηματά προσωπικά, που με σκληρή διαπραγμάτευση και μετά από σειρά επαφών ζήτησε και πέτυχε την Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, εξηγώντας υπό εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες ότι Ευρώπη χωρίς Ελλάδα δεν νοείται.
Στις επικείμενες εκλογές μετά το τέλος των αντιμνημονιακών ψευδαισθήσεων, των ψεμάτων και των απατηλών υποσχέσεων το μεγάλο διακύβευμα είναι η σταθερότητα της χώρας, οι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές στο κράτος, την οικονομία και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας.
Η συμφωνία του τρίτου μνημονίου δεν πρέπει να εκληφθεί ως η οριστικά θετική απάντηση στο ερώτημα της παραμονής της χώρας στην ευρωζώνη αλλά ως η τελευταία της ευκαιρία εντός του κοινού νομίσματος. Όλα εξαρτώνται από την ταχεία και αποτελεσματική εφαρμογή της συμφωνίας, τη συγκρότηση σοβαρού σχεδίου εθνικής ανασυγκρότησης και την ανάκτηση της αξιοπιστίας. Σε διαφορετική περίπτωση ο κίνδυνος του grexit θα καιροφυλακτεί σε κάθε στροφή της πορείας του προγράμματος.
Από κει και πέρα τα σκληρά και άδικα προαπαιτούμενα που αποτέλεσαν αποτέλεσμα της ανικανότητας της κυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου να διαπραγματευτεί και να αντιτάξει πειστικό αντίλογο, μπορούμε να επαναδιαπραγματευθούμε μόνο με συντεταγμένο τρόπο που δε θα διακινδυνεύει τη συνέχιση του προγράμματος.
Για το λόγο αυτό απαιτείται κυβέρνηση ευρύτατης κοινοβουλευτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας που έχει σχέδιο και μπορεί να επιτύχει με αξιοπιστία και επάρκεια την άμβλυνση των αντικοινωνικών πτυχών του προγράμματος, ώστε να καταστεί κοινωνικά δικαιότερο και οικονομικά αποτελεσματικότερο. Απαιτείται εθνική ενότητα και συνεργασία, για την οποία το ΠΑΣΟΚ αγωνίστηκε –σχεδόν μόνο του- από την πρώτη στιγμή και λοιδορήθηκε γι’ αυτό. Απαιτείται άμεσα αυτό που ζητάμε επίμονα εδώ και τρία χρόνια: δημιουργία εθνικής ομάδας διαπραγμάτευσης, μιας διαπραγμάτευσης που ακόμα συνεχίζεται αμείωτη και το αποτέλεσμά της επηρεάζει τις ζωές όλων.
Σε αυτές τις εκλογές ο λαός καλείται επιπλέον να «διορθώσει» με την ψήφο του τον παραλογισμό του μπόνους των 50 εδρών, μιας πρόβλεψης του εκλογικού νόμου εντελώς ανεπίκαιρης και ανορθολογικής σε περιβάλλον κατακερματισμού των πολιτικών δυνάμεων και μικρού διπολισμού. Ο διπολισμός άλλωστε ΣΥΡΙΖΑ- ΝΔ όπως προέκυψε από τις εκλογές του 2012 ήταν τεχνητός και αποτέλεσμα του μπόνους. Σε αυτό το πλαίσιο η εκλογική δύναμη των κομμάτων πρέπει να κατανεμηθεί έτσι ώστε οι κεντρικοί πολιτικοί παίκτες και ιδίως το πρώτο κόμμα, όποιο κι αν είναι, να μπει αναγκαστικά σε μια διαδικασία ευρείας εθνικής συνεννόησης.
Πάνω απ΄ όλα όμως, τώρα είναι η ώρα των μεγάλων προοδευτικών μεταρρυθμίσεων, πέρα και έξω από τα μνημόνια. Των μεγάλων δημοκρατικών τομών με στόχο την παραγωγική ανασυγκρότηση, την κοινωνική δικαιοσύνη, την ανανέωση των δημοκρατικών θεσμών, την δημιουργία σταθερής και αξιοπρεπούς δουλειάς , την αξιοκρατία και -το βασικότερο όλων –την αλληλεγγύη ανάμεσα στις γενιές και την στήριξη των νέων.
Και για να γίνει αυτό χρειαζόμαστε ισχυρό τρίτο πόλο με πολιτική εμπειρία, με θέσεις και σχέδιο, με ισχυρή φωνή στην Ευρώπη, με αποδεδειγμένη αίσθηση εθνικού καθήκοντος, που υπηρετεί την αλήθεια και τα πραγματικά συμφέροντα του λαού. Και αυτά τα χαρακτηριστικά στην κρίσιμη αυτή περίοδο διαθέτει μόνο το ΠΑΣΟΚ. Η ψήφος στο ΠΑΣΟΚ είναι η προοδευτική λύση για τη χώρα και το πολιτικό σύστημα , για να επιτύχουμε την οριστική και ασφαλή έξοδο από την κρίση και τα μνημόνια. Εκτός κι αν πιστεύουμε ότι τα προβλήματα της χώρας θα λυθούν με το μίσος και τα εγκληματικά ένστικτα των Ναζιστών της ΧΑ. Το δίλημμα λοιπόν για την τρίτη εντολή, καθοριστική σε ένα περιβάλλον συνεργασιών, είναι ξεκάθαρο:
ΜΑΖΙ Ή ΝΑΖΙ. Από την επιλογή μας για το ποια Ελλάδα θέλουμε θα κριθεί το ποιά Ελλάδα αξίζουμε. Ας έχουμε λοιπόν κατά νου τα λόγια του Αβραάμ Λίνκολν: «Η ψήφος είναι πιο δυνατή από τη σφαίρα. Με τη σφαίρα μπορεί να σκοτώσεις τον εχθρό σου. Με την ψήφο μπορεί να σκοτώσεις το μέλλον των παιδιών σου».