Συγκεκριμένα, από τις 20 Σεπτεμβρίου μέχρι τις 29 Οκτωβρίου 2016, κλιμάκιο αρχαιολόγων υπό τη διεύθυνση του Γενικού Γραμματέα του Ινστιτούτου Χρήστου Αγουρίδη, θα βρίσκεται στον Πόρο, προκειμένου να διεξάγει την έρευνα του ναυαγίου στο Μόδι.
Η έρευνα του Ινστιτούτου στο ναυάγιο στον Μόδι, έχει προκαλέσει το έντονο ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας στην Ελλάδα και το εξωτερικό, καθώς προσθέτει νέα σημαντικά στοιχεία στην ιστορία της ναυτιλίας και του εμπορίου στην περιοχή του Αργοσαρωνικού, κατά την διάρκεια μιας περιόδου ιδιαίτερα κρίσιμης για την Αιγαιακή προϊστορία. (Διαβάστε αναλυτικότερα παρακάτω).
Παράλληλα με τις έρευνες για το ναυάγιο, συνεχίζεται η γεωλογική – αρχαιολογική έρευνα σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Πατρών (Τμήμα Γεωλογίας και Φυσικής Ωκεανογραφία) και τον καθηγητή Γιώργο Παπαθεοδώρου, η οποία έχει συμβάλει στην εξαγωγή πολύτιμων συμπερασμάτων σχετικά με την παλαιογεωγραφία της περιοχής.
Οι έρευνες καλύπτονται από κινηματογραφικό συνεργείο με σκοπό την παραγωγή αρχαιολογικού ντοκιμαντέρ.
Οι ερευνητές και οι εργαζόμενοι που συμμετέχουν στις έρευνες, φιλοξενούνται από τον Δήμο Τροιζηνίας – Μεθάνων στην κατασκήνωση του Γαλατά, ενώ το Ινστιτούτο βρίσκεται σε συνεννόηση με τον Δήμο Πόρου και το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Πόρου για την απαιτούμενη συνεργασία.
img1
ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΘΑΛΑΣΣΙΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΣΤΟΝ ΑΡΓΟΣΑΡΩΝΙΚΟ ΚΟΛΠΟ
Από το 2000 διεξάγεται από το Ι.ΕΝ.Α.Ε., υπό τη διεύθυνση του αρχαιολόγου Χρήστου Αγουρίδη, υποβρύχια αναγνωριστική έρευνα σε επιλεγμένες θέσεις του Αργοσαρωνικού. Μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί δύο ναυάγια των Πρώιμων Βυζαντινών χρόνων (6ος-7ος αι. μ.Χ.), κοντά στις νησίδες Κορακιά (Πορτοχέλι) και Βλυχός (Ύδρα), καθώς και ένα ναυάγιο της Ύστερης Εποχής του Χαλκού (13ος-12ος αι. π.Χ) στη βραχονησίδα Μόδι (ή Λιοντάρι), νότια του Πόρου.
Τα πλοία που ναυάγησαν στην Κορακιά και τον Βλυχό, μετέφεραν πιθανότατα λάδι μέσα σε σφαιρικούς κυρίως αμφορείς του τύπου Late Roman 2 (LR2). Η εξάπλωση του τύπου αυτού παρακολουθείται από τις ακτές τις Βόρειας Αφρικής, μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα. Ο τόπος προέλευσής του δεν είναι γνωστός, αλλά τοποθετείται με βεβαιότητα στο Αιγαίο. Τα δύο ναυάγια του Αργολικού βρίσκουν τα ακριβέστερα παράλληλά τους σε σύγχρονα ναυάγια που έχουν ερευνηθεί στη Μικρά Ασία και ιδιαίτερα σε αυτό του Yassi Ada του 7ου αιώνα μ.Χ. που έχει ερευνηθεί από τους G. Bass και F. van Doorning.
Η θέση τους, σε συνδυασμό με τα άλλα ιστορικά και αρχαιολογικά δεδομένα στην περιοχή, ενισχύουν την άποψη για τη χρήση των μικρών νησίδων του Αργολικού ως προσωρινών καταφυγίων και σημείων εφοδιασμού των πλοίων, που περιέπλεαν τις ακτές της Αργολίδας, κατά τη διάρκεια της ιδιαίτερα ταραγμένης αυτής περιόδου, λόγω των επιδρομών των Σλάβων από την ξηρά και των Αράβων από τη θάλασσα. Πρέπει να συνδέονται με κάποιο από τα σημαντικά κέντρα της εποχής στην περιοχή που ήταν το Άργος, η Πιτυούσσα (Σπέτσες) και η Ερμιόνη.
OLYMPUS DIGITAL CAMERA
ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΑΥΑΓΙΟ ΤΟΥ 1200 π.Χ. ΣΤΗ ΒΡΑΧΟΝΗΣΙΔΑ ΜΟΔΙ (ΠΟΡΟΣ)
Η βραχονησίδα Μόδι ή Λιοντάρι, βρίσκεται νοτιοανατολικά του Πόρου σε καίρια θέση για τη ναυσιπλοΐα. Το επιβλητικό του σχήμα, που μοιάζει με καθιστό Λιοντάρι, το καθιστούν εμφανέστατο σημάδι για τους ναυτικούς. Μαζί με τον Άγιο Γεώργιο, τα Τσελεβίνια και τη Ζούρβα (ΒΑ άκρο της Ύδρας), αποτελούν τα σημαντικότερα σημεία αναφοράς για τα πλοία που θέλουν, πλησιάζοντας από τον Σαρωνικό ή τον Νότιο Ευβοϊκό, να εισέλθουν στο στενό της Ύδρας και να κατευθυνθούν προς τον Αργολικό.
Η αρχαιολογική έρευνα επί της νησίδας που διεξάγει τα τελευταία χρόνια η αρχαιολόγος Ελένη Κονσολάκη, έχει αποκαλύψει ένα σημαντικότατο ναυτικό σταθμό της Μυκηναϊκής περιόδου (περί το 1200 π.Χ.).
Η υποβρύχια έρευνα που πραγματοποιεί το Ι.ΕΝ.Α.Ε. από το 2003 στο θαλάσσιο χώρο γύρω από τη νησίδα, έχει φέρει στο φως πολλά ενάλια ευρήματα (κεραμική και λίθινες άγκυρες), κυρίως της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, που επιβεβαιώνουν την ιδιαίτερη σημασία που είχε για τη ναυσιπλοΐα η θέση αυτή κατά την διάρκεια των αιώνων.
Εύρημα μείζονος σημασίας θεωρείται το φορτίο ναυαγίου της μυκηναϊκής εποχής που εντοπίστηκε στη βόρεια πλευρά του Μοδιού. Κατά τις ερευνητικές περιόδους 2005 – 2007 ολοκληρώθηκε η λεπτομερής αποτύπωση των επιφανειακών ευρημάτων, με τεχνικές μεθόδους που έχουν εξελίξει μέλη του Ι.ΕΝ.Α.Ε. Κατά τα έτη 2009 – 2010, διενεργήθηκε συστηματική ανασκαφή του φορτίου του ναυαγίου που παραμένει ακόμη θαμμένο στο βυθό.
Ταυτόχρονα, διενεργήθηκε γεω-αρχαιολογική έρευνα στη θαλάσσια περιοχή γύρω από το Μόδι, με τη συνεργασία ομάδας ερευνητών από το Τμήμα Θαλάσσιας Γεωλογίας και Φυσικής Ωκεανογραφίας του Πανεπιστημίου Πατρών, υπό τον καθηγητή Γιώργο Παπαθεοδώρου, με κύριους στόχους:
α) την ανάπλαση της παλαιογεωγραφικής εξέλιξης (προ 3000 ετών) της περιοχής της βραχονησίδας Μόδι. Για την πλήρη μορφολογική αποτύπωση της περιοχής ερευνών θα χρησιμοποιηθεί ένας ισομετρικός πλευρικός ηχοβολιστής (side scan sonar) με ζώνη σάρωσης του ηχοβολιστή 50μ.
β) τον προσδιορισμό της στρωματογραφικής υποδομής του πυθμένα και τον καθορισμό του ρυθμού ιζηματογένεσης της περιοχής και της διαδικασίας ταφής του ναυαγίου. Για την μελέτη της υποδομής του πυθμένα θα χρησιμοποιηθεί ηλεκτρονικός τομογράφος υποδομής πυθμένα 3.5kHz (subbottom profiling system) με πολύ υψηλή διακριτική (20-30cm) και διεισδυτική ικανότητα (20-40m).
γ) τον εντοπισμό πιθανών κινητών μαρτυριών (επιφανειακών και υποεπιφανειακών) της ανθρώπινης δραστηριότητας στον πυθμένα, με τη χρήση του θαλάσσιου μαγνητόμετρου SeaSPY (Marine Magnetics).
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις το φορτίο του ναυαγίου αποτελείτο κυρίως από μεγάλα μεταφορικά αγγεία (πίθους, πιθαμφορείς και υδρίες) και χρονολογείται στον 13ο-12ο αιώνα π.Χ. Η εποχή αυτή είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, καθώς σηματοδοτεί ριζικές ανακατατάξεις στη δομή του μυκηναϊκού κόσμου, αλλά και ευρύτερα της Ανατολικής Μεσογείου.
Είναι το δεύτερο ναυάγιο της Ύστερης Εποχής του Χαλκού που εντοπίζεται από το Ι.ΕΝ.Α.Ε. στις ελληνικές θάλασσες και συγκεκριμένα στο χώρο του Αργοσαρωνικού και μάλιστα κατόπιν συστηματικής αρχαιολογικής έρευνας. Το πρώτο είναι το ναυάγιο του Ακρωτηρίου των Ιρίων (1200 π.Χ.), το φορτίο του οποίου εκτίθεται από το 1998 στο Μουσείο Σπετσών.
Από την πρόοδο της έρευνας αναμένεται να προκύψουν πολύτιμα στοιχεία για την ιστορία και την αρχαιολογία της περιοχής του Αργοσαρωνικού και ευρύτερα του Αιγαίου, κατά την διάρκεια μίας σημαντικότατης περιόδου της αιγαιακής προϊστορίας.