Συνάντηση εργασίας για τη δημιουργία της νέας σκεπαστής αγοράς του Πειραιά (Ιπποδάμεια αγορά) πραγματοποιήθηκε, σήμερα, στα γραφεία της Περιφερειακής Ενότητας Πειραιά, με τη συμμετοχή του Αντιπεριφερειάρχη Γιώργου Γαβρίλη, του Δήμαρχου της πόλης Γιάννη Μώραλη και των προέδρων του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά (ΕΒΕΠ) Βασίλη Κορκίδη και του Εμπορικού Συλλόγου Πειραιά Νίκο Μανεσιώτη.
Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε προκειμένου να ξεκινήσει η διαδικασία για την σύνταξη της αναγκαίας οικονομοτεχνικής μελέτης για τη δημιουργία και τη λειτουργία νέας κλειστής αγοράς στον Πειραιά, στο παλαιό αμαξοστάσιο της ΣΤΑ.ΣΥ. Στην εκπόνηση της μελέτης θα συνδράμει το Ινστιτούτο Εμπορίου & Υπηρεσιών (ΙΝΕΜΥ) της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ), ώστε να ολοκληρωθεί το συντομότερο δυνατό και, όπως έχει συμφωνηθεί, με τους εμπλεκόμενους φορείς, να δρομολογηθούν οι διαδικασίες αξιοποίησης του χώρου. Τις επόμενες ημέρες, οι παραπάνω θα ζητήσουν συνάντηση από τον υπουργό Υποδομών κ. Χρ. Σπίρτζη, ο οποίος έχει συμφωνήσει με τους φορείς του Πειραιά και με δημόσιες δηλώσεις έχει ταχθεί υπέρ της αξιοποίησης του χώρου και της προώθησης του έργου. Κατά την αρχαιότητα η κεντρική αγορά της εσωτερικής πόλης του Πειραιά λέγονταν Ιπποδάμειος Αγορά προς τιμή του μεγάλου αρχιτέκτονα και πολεοδόμου του Ιπποδάμου του Μιλήσιου ο οποίος και ρυμοτόμησε την πόλη.
Η Ιπποδάμεια Αγορά έγινε περισσότερο γνωστή στην Ιστορία από τη συγκέντρωση σ΄ αυτή των κατερχόμενων από την Αθήνα στον Πειραιά. Η αγορά αυτή ανεγέρθηκε τον 5ο αιώνα π.Χ. στο Κέντρο της εσωτερικής πόλης, παρόλο που υπήρχε άλλη κοντά στον Κεντρικό λιμένα, αφού το εσωτερικό μέρος του Πειραιά αποτελούσε ξεχωριστό τμήμα.
Η Ιπποδάμεια Αγορά προοριζόταν μόνο για τους κατοίκους πέριξ του λιμένα Ζέας και της Μουνιχίας και είχε οικογενειακό χαρακτήρα, αστικής φύσεως.
Η πολιτική εκείνη της διοικητικής αποκέντρωσης και διαχωρισμού κοινοχρήστων χώρων υπήρξε ασφαλώς αποτέλεσμα ευρύτερης αντίληψης σχετικά με τη ρύθμιση και πρόβλεψη τυχόν προβλημάτων που θα δημιουργούνταν μεταξύ των μονίμων κατοίκων και των διερχομένων ναυτικών και εμπόρων. Έτσι ο χώρος της "αστικής περιοχής" του Πειραιά διακρίνονταν με «όρια» από τον χώρο του Κεντρικού λιμένα και της εξ αυτού λιμενικής ζώνης. Με το διαχωρισμό αυτό των αγορών επιτυγχάνονταν η απόλυτη ελευθερία κινήσεων αφενός μεν των ξένων στην καθαρά λιμενική περιοχή, αφετέρου δε, στο άλλο μέρος της πόλης, το καθαρό αστικό, ομοίως να διατηρούνται τα έθιμα και οι ελευθερίες των κατοίκων.
Παράλληλα βεβαίως με τον διαχωρισμό αυτό γινόταν και πληρέστερος έλεγχος του εξωτερικού και του εσωτερικού εμπορίου. Για τα εισαγόμενα προϊόντα καταβάλλονταν τελωνειακός φόρος ίσο με το 1/50 της αξίας τους. Η Ιπποδάμεια αγορά περιβαλλόταν από ιδιωτικές οικίες, δημόσια οικοδομήματα, ιερά και βωμοί, μεταξύ των οποίων το ιερό της Εστίας.
Σ΄ αυτόν το χώρο ήταν επίσης και οι Αγορανόμοι που έλεγχαν τη ζύγιση των τροφίμων, τις τιμές, καθώς και τις νοθεύσεις ή αποκρύψεις προϊόντων.