Τον Ντέιβιντ Μπλατ φιλοξένησε η στήλη «Γωνιά του προπονητής» της ιστοσελίδας της Euroleague με τον προπονητή του Ολυμπιακού να μιλά για το μπάσκετ στην παιδική και εφηβική του ηλικία, αλλά και τους λόγους που τον οδήγησαν στην προπονητική.

Παράλληλα έκανε ιδιαίτερη αναφορά στον προπονητή που είχε στο λύκειο τον Φίλ Μόρεσι.

Αναλυτικά:

«Η πρώτη ανάμνηση που έχω είναι από πολύ μικρή ηλικία, ίσως όταν ήμουν 6-7 ετών. Έκανα τα πρώτα μου σουτ σε ένα γήπεδο, όπου τα παιδιά έπαιζαν οργανωμένα. Το πρώτο μου σουτ το έκανα στην λάθος μπασκέτα, κάτι που μου έμαθε πολλά! Πρέπει να καταλαβαίνεις τι κάνεις. Είναι σημαντικό να κάνεις κάτι σωστό την κατάλληλη στιγμή και στο σωστό τόπο. Δεν πρέπει να αφήσεις την απογοήτευση να σε κάνει να χάσεις την αγάπη σου για οτιδήποτε. Επίσης, οι αδελφές μου έπαιζαν μπάσκετ. Συνήθιζαν να παίζουν έξω από το σπίτι και ξεκίνησα να προπονούμαι, γιατί τις έβλεπα να κάνουν το ίδιο. Έγινα ανταγωνιστικός πολύ γρήγορα, γιατί ήθελα να γίνω καλύτερος από τις αδελφές μου. Αυτό με βοήθησε να αφοσιωθώ και να αρχίσω να προσπαθώ για να γίνω καλύτερος.

Ως παιδί ασχολήθηκα με πολλά αθλήματα. Μεγάλωσα στη Βοστόνη, η οποία είναι μία αθλητούπολη και έχει πολλές μεγάλες ομάδες, όπως τους Σέλτικς. Άκουγα τους αγώνες των Σέλτικς στο ραδιόφωνο. Ήταν η εποχή και η δυναστεία του Μπιλ Ράσελ. Αγάπησα όλα τα αθλήματα. Έπαιζα μπάσκετ, αμερικάνικο ποδόσφαιρο, μπέιζμπολ... Τελικά, επέλεξα το μπάσκετ, γιατί το καλοκαίρι πριν από την β' λυκείου τραυματίστηκα και δεν μπορούσα να παίξω αμερικάνικο ποδόσφαιρο. Μπορούσα να παίξω μόνο μπάσκετ, πέτυχα και έγινα αναγνωρίσιμος. Αντιλήφθηκα πως έπρεπε να αφοσιωθώ στο μέλλον μου και στο ενδεχόμενο να ζήσω μία κολεγιακή εμπειρία που θα συνδυάζεται με το μπάσκετ.

Ο προπονητής μου στο λύκειο, Φίλ «Σμόκι» Μόρεσι με προπονούσε για τέσσερα χρόνια και αποτέλεσε τη μεγαλύτερη μπασκετική επιρροή μου. Πιστεύω πως το πιο σημαντικό ήταν πως μου έδινε και μαθήματα ζωής. Έγινε μέντοράς μου και ήταν μία πατρική φιγούρα για εμένα, καθώς ο πατέρας μου είχε φύγει από το σπίτι όταν ήμουν πολύ μικρός. Χρειαζόμουν αυτή την επιρροή και με βοήθησε τόσο ως προπονητή, όσο και ως άνθρωπο. Είχε τη μεγαλύτερη επιρροή στην καριέρα μου.

Όταν ξεκίνησα να παίζω επαγγελματικά στη Μακάμπι Χάιφα, ήμουν 22 ετών και συγχρόνως προπονούσα μία ομάδων νεαρών. Το έκανα κάθε χρόνο. Ζητούσα από τους συλλόγους που αγωνιζόμουν, να προπονώ κάποιες από τις ομάδες των τμημάτων υποδομών τους. Το έκανα σε όλη την διάρκεια της καριέρας μου.

Όταν ξεκίνησα στα 22 μου την επαγγελματική μου καριέρα στη Μακάμπι Χάιφα, παράλληλα προπονούσα μία εφηβική ομάδα. Αυτό το έκανα κάθε χρόνο. Το ζητούσα από την εκάστοτε ομάδα που αγωνιζόμουν να μου έδινε ένα τμήμα υποδομής. Όταν ήμουν 33-34 ετών τραυματίστηκα στον αχίλλειο τένοντα και ολοκληρώθηκε η καριέρα μου ως παίκτης, αλλά ξεκίνησε εκείνη του προπονητή. Δεν ήταν κάτι που το είχα στο μυαλό μου. Δεν είχα αυτό το πλάνο. Είχα κάποιες άλλες ιδέες, αλλά το μπάσκετ επικράτησε.

Χαίρομαι που τραυματίστηκα το καλοκαίρι πριν από την β' λυκείου, γιατί ασχολήθηκα περισσότερο με το μπάσκετ. Με τον προπονητή μου στο λύκειο βελτιώθηκα τόσο ως αθλητής, όσο και ως άνθρωπος. Ήμουν καλός και βελτιώθηκε η αυτοπεποίθησή μου. Η ομάδα μου έδινε το αίσθημα του «ανήκειν». Μου άρεσε η ομαδική δουλειά στο μπάσκετ και αυτό μάλλον με έκανε να ενδιαφερθώ περισσότερο για το άθλημα».