Έπειτα από την επιτυχημένη παρουσία του στο Παρίσι, με αφορμή την πρόσφατη συνεργασία με τον Ομιλο Coco-Mat, ο Έλληνας σύγχρονος εικαστικός Γιώργος Μπαρδάκας (γ.1969) επιστρέφει με νέα έργα, τα οποία θα παρουσιάσει στη Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά.

Πρόκειται για την καινούργια ατομική έκθεσή του με τίτλο «Απόπλους», τα εγκαίνια της οποίας θα γίνουν την Τετάρτη 21 Νοεμβρίου στις 7 το απόγευμα.

Για το πώς προέκυψε ο χώρος της Δημοτικής Πινακοθήκης Πειραιά, ο κ. Μπαρδάκας μιλώντας στο «Secret» και τη δημοσιογράφο Λειτώ Μησιακούλη είπε πως έμπνευση στάθηκε η έκθεση «Τα καΐκια που πληγώνουν», η οποία άγγιξε το σοβαρό ζήτημα της εγκατάλειψης και της καταστροφής δεκάδων παλιών σκαφών. «Παρακολουθώντας την έκθεση εκείνη, συγκλονίστηκα. Σκέφτηκα αμέσως πως ήθελα με κάποιον τρόπο να τη συμπληρώσω. Ετσι, τιμώντας ταυτόχρονα τον Πειραιά, προέκυψε ο “Απόπλους”», αποκάλυψε. Ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί μικτές τεχνικές σε συνδυασμό με τη ζωγραφική, για να δώσει την ψευδαίσθηση των τριών διαστάσεων. Αλλωστε, οι καμβάδες-γλυπτά ή η τρισδιάστατη όψη στις εικαστικές τέχνες αποτελεί τα τελευταία χρόνια μία από τις πιο ισχυρές τάσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό. Χρησιμοποιεί κυρίως ακρυλικά, ανακυκλώσιμα υλικά, όπως γυψόγαζα και γύψο, ξύλα από τη θάλασσα, σχοινί, μέταλλα και παλιά σίδερα.

«Τις περισσότερες φορές τα μαζεύω ο ίδιος από το “Μοναστηράκι” του Πειραιά. Εκεί κρύβονται τα μυστικά... Ανακαλύπτω εξαρτήματα από πα- λιά καράβια, πολυκαιρισμένα ξύλα, λαγουδέρες...», περιγράφει για τη σύνθεση των έργων του και εξηγεί πως αντέχουν στον χρόνο αν ο χώρος είναι κλειστός και δεν υπάρχει άμεση επαφή με τον ήλιο. «Τους κάνω ακόμη μια ειδική επεξεργασία και τα σταθεροποιώ, έτσι ώστε να μην κινδυνεύουν από φθορά».

Ο κ. Μπαρδάκας κόλλησε το μικρόβιο της Τέχνης από τον παππού του, ο οποίος, όπως εκμυστηρεύτηκε, αν και γιατρός στο επάγγελμα, δεν άφησε ποτέ τη ζωγραφική. Εργα του από παλαιότερες δουλειές βρίσκονται αυτή την εποχή στις γκαλερί «Τσουτσάνης» και «Artshot», ενώ συνθέσεις του κοσμούν τα ξενοδοχεία «Coco- Μat» σε Ελλάδα και εξωτερικό. Τα έργα του «Απόπλου» είναι μεν προς έκθεση, αλλά και διαθέσιμα προς πώληση. Ο ίδιος για τη νέα του δουλειά λέει πως δεν είναι προς άγνωστη κατεύθυνση και ο πειραματισμός με τα υλικά δεν είναι άνευ λόγου και αιτίας. Ο προορισμός δεν αποκαλύπτεται και οι θεατές γίνονται μέτοχοι της προσωπικής πορείας και ματιάς του. Ακόμη, εξηγεί πως τα έργα του φανερώνουν την ύπαρξη ενός διαφορετικού κόσμου από τη σημερινή, πολυδαίδαλη κοινωνία.

Κύρια έμπνευσή του, η θάλασσα. «Με πρωταγωνίστριες τις νότες του μπλε, ηρέμησα με τα καράβια, ταξίδεψα, μελαγχόλησα, ονειρεύτηκα, σταμάτησα τον χρόνο μέσα σε ξύλα παλιά, σχοινιά λεπτά, καρφιά, σύρματα, κόλλες, υφάσματα και χρώματα», περιγράφει.